podlist.gr

Όταν η μήτρα της βασίλισσας Αμαλίας, δηλαδή η αναπαραγωγική της ικανότητα, έγινε ζήτημα πολιτικό και κοινωνικό

Το 1832, ο 17χρονος Όθων γίνεται ο πρώτος βασιλιάς της Ελλάδας. Μαζί του η χώρα κάνει τα πρώτα της ελεύθερα βήματα. Ενηλικιώθηκε το 1835 και «έγινε λαμπρή παράταξη», όπως γράφει ο Μακρυγιάννης στα «Απομνημονεύματά» του, με τον κόσμο της Αθήνας να αισιοδοξεί για την καινούργια σελίδα που άνοιγε στα πρώτα χρόνια της ελεύθερης Ελλάδας.

Ο νεαρός, άπειρος και απροετοίμαστος Όθων, που ήθελε να ακολουθήσει εκκλησιαστική σταδιοδρομία, βασιλεύει πλέον σε μια χώρα διαλυμένη από πολέμους και εμφύλιες συγκρούσεις και στη σκιά της δολοφονίας του πρώτου κυβερνήτη της χώρας Ιωάννη Καποδίστρια.

Έναν χρόνο αργότερα παντρεύεται στο Μεγάλο Δουκάτο του Ολδεμβούργου τη 17χρονη Αμαλία Μαρία Φρειδερίκη, κόρη του Παύλου Φρειδερίκου Αύγουστου του Ολδεμβούργου και της πρώτης συζύγου του Αδελαΐδας του Άνχαλτ-Μπέρνμπουρκ-Σάουμμπουρκ-Χόιμ. Ο γάμος έγινε χωρίς να έχει ενημερωθεί προηγουμένως η Βουλή, κατόπιν προσωπικής απόφασης του ίδιου του Όθωνα, για να μη γίνει γνωστή η απόφασή του στις Μεγάλες Δυνάμεις, οι οποίες έπαιζαν σημαντικό ρόλο σε κάθε τι που αφορούσε τη χώρα.

Το ζευγάρι έφτασε στην Αθήνα τον Φεβρουάριο του 1837. Η Αμαλία έλαβε το όνομα «Αμαλία, βασίλισσα της Ελλάδος», που διατήρησε μέχρι το 1862, όταν εγκατέλειψαν την Ελλάδα με το αγγλικό πολεμικό πλοίο «Σκύλλα», για να φτάσουν στο Μόναχο και μετέπειτα στη Βραμβέργη, όπου πέρασαν τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής τους.

Ο γάμος του νεαρού καθολικού βασιλιά και της προτεστάντισσας Αμαλίας γέμισε προσδοκίες τους ανθρώπους των Μεγάλων Δυνάμεων για τους οποίους η μοίρα της Ελλάδας ήταν το μεγάλο «παιχνίδι τους», αλλά και για τον λαό, κυρίως με την αναμονή ενός διαδόχου βαπτισμένου στην ορθόδοξη πίστη που θα εδραίωνε τον θρόνο στην Ελλάδα με ορθόδοξους απογόνους. «Ένας διάδοχος του θρόνου λειτουργεί ως υπνωτικό για τις επαναστάσεις, ένα βασιλικό νεογέννητο έχει τη δύναμη να νανουρίζει ένα ολόκληρο έθνος» γράφει ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου.

Η Αμαλία δεν κατάφερε να γίνει μητέρα. Το βασιλικό ζεύγος έμεινε άτεκνο και αυτή ακριβώς η ατεκνία περιβαλλόταν από φήμες, δοξασίες, σχόλια στον Τύπο και γελοιογραφίες, αφού η γέννηση ενός διαδόχου σήμαινε και πολιτική σταθερότητα.

Η ατεκνία ήταν ένα από γεγονότα της βασιλείας τους που οδήγησαν σε αύξηση της λαϊκής δυσαρέσκειας προς τη μοναρχία, με αποκορύφωμα τον έντονο αντιβασιλικό αγώνα που κατέληξε στην παραίτηση του Όθωνα το 1862 και την άνοδο στο θρόνο του Γεωργίου Α΄, γιου του Δανού βασιλιά Χριστιανού Θ΄.

Όταν έφτασε στην Ελλάδα, η Αμαλία αντίκρισε μια χώρα που δεν περίμενε, μια κατάξερη και ρημαγμένη Αθήνα. Στις «Ανέκδοτες Επιστολές της Βασίλισσας Αμαλίας στον πατέρα της, 1836-1853» (εκδόσεις Εστία), η νεαρή βασίλισσα περιγράφει τα συναισθήματά της, παράλογα ενθουσιώδη, αν σκεφτεί κανείς ότι ήρθε σε μια χώρα όπου δεν υπήρχε καν παλάτι.

Το ίδιο ενθουσιώδεις είναι οι περιγραφές της ελληνικής φύσης και των περιοχών της τότε ελληνικής επικράτειας. «Τι ωραία που είναι να εισπνέω τον υπέροχο, διάφανο, καλό, φωτεινό αέρα μπροστά στο ανοιχτό παράθυρό μου, να πηγαίνω περίπατο με την άμαξα φορώντας μόνο το σάλι μου... Η πόλη, βέβαια, δεν είναι ακόμη σαν άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, αλλά εξαιρετικά ιδιόμορφη», γράφει.

Σε αυτή την εμπιστευτική αλληλογραφία που κράτησε από το 1836 έως το 1853 και αποτελεί ένα σπάνιο πανόραμα της οθωνικής Ελλάδας, η Αμαλία γράφει διακριτικά για τις προσπάθειες και τις θεραπείες που έκαναν προκειμένου να αποκτήσουν τον πολυπόθητο διάδοχο. Δεν θα μπορούσε να μιλήσει ανοιχτά, από τον φόβο της παραβίασης των επιστολών, πόσο μάλλον σε έναν άντρα που ήταν πατέρας της.

«Ελπίζω κάποτε να μου δώσει η Ιστορία τον τίτλο της βασίλισσας των φοινίκων» του γράφει, όταν έχει αρχίσει να ευδοκιμεί η προσπάθειά της και έχει αρχίσει να δημιουργεί τον σημερινό Εθνικό Κήπο, ένα αριστούργημα βλάστησης, πρασίνου και καρποφορίας σε μια ξερή γη και όταν πια έχει κουραστεί και απογοητευτεί από τις προσπάθειες, τις επώδυνες θεραπείες, τις εξετάσεις στις οποίες υποβαλλόταν καθημερινά.

Σε ένα γράμμα της από την Υπάτη, τον Μάιο του 1839, γράφει στον πατέρα της: «Έχουμε εδώ μια φρικτή σπιτονοικοκυρά. Μου διηγήθηκε –και ήταν παρόντες όλοι οι κύριοι– ότι η νύφη της απέκτησε στο δωμάτιο όπου κοιμόμουν παιδί, το σπίτι της είναι τυχερό και είθε να μου συμβεί και εμένα το ίδιο κ.λπ., κ.λπ. Δεν είναι να τρελαίνεσαι;».

Εκεί συνειδητοποιεί ακόμα μια φορά ότι όλη χώρα ασχολείται με αυτό το θέμα, της τεκνοποίησης, ενώ ακούει συμβουλές από «πρακτικούς», να φάει τζιτζίκια ή μπαρούτι από τα όπλα του βασιλιά. Ο πατέρας της πέθανε το 1853, και συμπωματικά τότε σταματούν και οι θεραπείες της. Ήταν ήδη 35 ετών και θεωρείτο μεγάλη για να κάνει παιδί.

Η μήτρα της Αμαλίας, η αναπαραγωγική της ικανότητα, γίνεται ζήτημα πολιτικό, κοινωνικό, μέρος ενός παιχνιδιού, μιας παρτίδας πόκερ που έπαιζαν οι μεγάλες δυνάμεις, Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία, όπως έπαιζαν και με τη μοίρα της χώρας. Και σε αυτό το παιχνίδι έπαιρναν μέρος όλοι, από τον Μέτερνιχ, τους «κατασκόπους του παλατιού», τους αυλικούς και τους αυλικούς γιατρούς, από τους επιστημονικούς συμβούλους μέχρι τους ιατροσοφιστές, σε μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα που συνοψίζεται στη φράση: «Τι να τους κάνουμε λοιπόν αυτούς τους βασιλιάδες που δεν μπορούν να κάνουν παιδιά;».

Για πολλά χρόνια Όθων και Αμαλία υποβλήθηκαν σε επανειλημμένες εξετάσεις από Έλληνες και Γερμανούς γιατρούς, ιδίως η Αμαλία, η οποία θεωρήθηκε ότι ευθυνόταν σε μεγάλο βαθμό για την υπογονιμότητα. Ακόμα και σήμερα υπάρχει αυτή η προκατάληψη, η κύρια ευθύνη της ατεκνίας επιρρίπτεται στη γυναίκα.

Γράφει ο Αλέξανδρος Ζαούσης στο ιστορικό του αφήγημα «Αμαλία και Όθων» για τα πρώτα χρόνια της ελεύθερης Ελλάδας και τους πρώτους βασιλείς της: «Όταν άρχισαν τα ερωτήματα ατεκνίας ο αυλικός γιατρός Βίμπερ συνέταξε ένα πρωτοφανές μνημόνιο ότι ο Όθωνας ήταν πνευματικώς και σωματικώς ακατάλληλος, κάνοντας μια σύνδεση λανθασμένη με τη σεξουαλική ανικανότητα. Πολλοί ανάπηροι σωματικώς έχουν φυσιολογική σεξουαλική ζωή»

Γράφει ο Νικόλαος Λούρος, καθηγητής μαιευτικής και γυναικολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, που ήταν ο προσωπικός ιατρός της βασιλικής οικογένειας, και θεράπων μαιευτήρας τριών βασιλισσών της Ελλάδας:

«Το ότι υπήρχε κάποια σεξουαλική ανωμαλία στον Όθωνα ήταν αναμφισβήτητο. Αν όμως η ανωμαλία αυτή καθιστούσε ακατόρθωτη τη συνουσία ή και τη σεξουαλική σχέση και την ενδεχόμενη γονιμοποίηση της βασίλισσας, αυτό επιδέχεται κάποια συζήτηση». Ο Λούρος, όπως γράφει ο Ζαούσης, γράφοντας ανωμαλία δεν εννοεί διαστροφή, αλλά οργανική δυσκολία.

Ο καθηγητής Λούρος είναι αυτός που το 1954 δημοσίευσε δέκα έγγραφα που αποτελούνται από γνωμοδοτήσεις εμπειρογνωμόνων, επιστολές και πρακτικά ιατρικών συμβουλίων μεταξύ 1841 και 1853 σχετικά με τη θεραπευτική αντιμετώπιση της αδυναμίας σύλληψης της Αμαλίας μεταξύ των ηλικιών 23 και 35.

Τι συνέβαινε λοιπόν; Ήταν ο Όθωνας ανίκανος ή η Αμαλία στείρα; Υπάρχουν δυο μαρτυρίες που δεν επαληθεύτηκαν ποτέ επίσημα. Αυτή του γιατρού Βίμπερ που είχε πιθανότατα ενημερώσει τον Λουδοβίκο Α΄ ότι ο Όθωνας είχε «ένα μικρό ανατομικό ελάττωμα». Το εκμυστηρεύτηκε απερίσκεπτα στον Άγγλο πρέσβη στην Αθήνα, ο οποίος με τη σειρά του ενημέρωσε τον διεθνή Τύπο.

Υπάρχει και η μαρτυρία ότι ο Αυστριακός πρέσβης Άντον φον Πρόκες-Όστεν γνώριζε επίσης τη φυσική κατάσταση του Όθωνα και είχε στείλει σχετική αναφορά στον Κλέμενς φον Μέτερνιχ, τον Αυστριακό υπουργό Εξωτερικών.

Υπήρχε και μια τρίτη φήμη που αφορούσε τον πατέρα του Όθωνα, διάσημο για τις εξωσυζυγικές του περιπέτειες, η οποία λέει ότι έπασχε από αφροδίσιο νόσημα που μεταδόθηκε στους γιους του και κατέστησαν στείροι. Ούτε αυτό ισχύει, όλα τα αδέλφια του Όθωνα έκαναν παιδιά.

Ακολούθησε ένας πόλεμος προπαγάνδας, με τη Βαυαρία και τους συμμάχους της να αρνούνται κάθε σωματικό ελάττωμα ή λειτουργική ανεπάρκεια του Όθωνα, ενώ οι αντίπαλοί τους προσπαθούσαν να υπερασπιστούν τη βασίλισσα. Στη διάρκεια της βασιλείας του Όθωνα υπήρχαν και πολλές φήμες για σχέσεις του με διάφορες κυρίες της Αυλής και υπηρέτριες του παλατιού.

Συγχρόνως με την Αμαλία, οι γιατροί της Αυλής εξέταζαν διακριτικά και τον βασιλιά. Του συνέστησαν να περιορίσει την ιππασία, να ξεκουράζεται για τρεις ώρες πριν τη σεξουαλική επαφή και να μη φορά φουστανέλα, που θα μπορούσε να έχει επίδραση στη γονιμότητά του. Ο Γάλλος μυθιστοριογράφος Εντμόντ Αμπού γράφει:

«Είναι 39 ετών, αλλά μοιάζει μεγαλύτερος – είναι ψηλός, λεπτός, ασθενικός, εξαντλημένος από πυρετούς». Στο βιβλίο «Το αίτιο ατεκνίας της βασίλισσας Αμαλίας» των Γ. Ανδρούτσου, Λ. Βλαδίμηρου και Α. Διαμαντή τονίζεται ότι τα δημοσιευμένα στοιχεία αφορούν αποκλειστικά σχεδόν την Αμαλία, ωστόσο το διαθέσιμο υλικό είναι αρκετά αξιόπιστο και διαφωτιστικό ώστε να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για το ιατρικό πρόβλημα που παρουσίαζε η βασίλισσα.

Τις εξετάσεις της κάλυπτε απόλυτη μυστικότητα, αλλιώς ήταν βέβαιη η «έξωσή» τους από τη χώρα, καθώς οι Μεγάλες Δυνάμεις ήθελαν διακαώς να φύγει ο Βαυαρός από τον θρόνο. Επτά χρόνια μετά τον γάμο των βασιλέων, οργίαζαν οι φήμες ότι η βασίλισσα ήταν παρθένα και ο βασιλιάς ανίκανος.

Η Αμαλία εξετάστηκε πολλές φορές από τους Έλληνες και Γερμανούς αυλικούς γιατρούς και από ξένους γιατρούς όταν μετέβαινε σε λουτροπόλεις και κορυφαία ιαματικά κέντρα της Ευρώπης. Ήταν αθλητική και έκανε μπάνιο στο Φάληρο, όπου έφτανε έφιππη για να κολυμπήσει για μία ολόκληρη ώρα. Οι γιατροί για πολλά χρόνια την απέτρεπαν από την ιππασία.

Ο Λούρος υποστήριξε την άποψη ότι η ατεκνία μπορεί να οφειλόταν στην υπερευαισθησία της κολπικής εισόδου, την οποία απέδωσε στον αντιδραστικό και ισχυρό χαρακτήρα της Αμαλίας και στα αθλητικά της χόμπι. Μάλιστα, υποστήριξε ότι οι προσπάθειες του ζευγαριού για σεξ κατέληγαν συχνά σε αποτυχία και οδηγούσαν τον Όθωνα στην ανάπτυξη ψυχολογικής ανικανότητας ή πρόωρης εκσπερμάτισης.

Στη βιογραφία του βασιλιά Όθωνα που έγραψε το 2002, ο Αλέξανδρος Ζαούσης εξέφρασε την άποψη ότι η Αμαλία έπασχε από δυσπαρευνία λόγω της αυξημένης ευαισθησίας των εξωτερικών γεννητικών της οργάνων και της στενότητας της κολπικής της εισόδου, κάτι που της προκαλούσε πόνο κατά τη διάρκεια της συνουσίας και θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα την αναστολή και την πρόωρη εκσπερμάτιση του Όθωνα.

Το 1954 ο Ιωάννης Κούμαρης, που υπήρξε η σημαντικότερη φυσιογνωμία της φυσικής ανθρωπολογίας στην Ελλάδα, διατύπωσε τη γνώμη του για τα πιθανά αίτια της στειρότητας της βασίλισσας: «Είτε ανατομικοί λόγοι, όπως παιδομορφικά γεννητικά όργανα ή νεογένεση, δηλαδή η διατήρηση των νεανικών χαρακτηριστικών στην ενήλικη ζωή, τοπογραφικές διαταραχές της μήτρας ή λειτουργικοί λόγοι, όπως η υπερευαισθησία του κόλπου».

Την εποχή εκείνη η κολπική γυναικολογική εξέταση δεν ήταν διαδεδομένη· μη λησμονούμε και τη σεμνοτυφία που υπήρχε και το γεγονός ότι εξεταζόμενη ήταν η βασίλισσα. Ο βασιλικός γιατρός Ρέζερ έπεισε τη βασίλισσα να εξεταστεί από μια μαία, η οποία συμπεραίνει ότι επτά χρόνια μετά τον γάμο των βασιλέων δεν είχε λάβει χώρα πραγματική συνεύρεση και φαίνεται να αμφιβάλλει πολύ αν θα λάβει χώρα ποτέ.

Το έγγραφο δεν φέρει το όνομα της μαίας. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι η εξέταση διενεργήθηκε από την Αγνησία Μαρκέτη, διπλωματούχο μαία από την Τεργέστη, που αργότερα διετέλεσε διευθύνουσα μαία του Δημόσιου Μαιευτηρίου. Η Μαρκέτη έφυγε από την Αυλή το 1857 όταν η Αμαλία ήταν 39 ετών και οι υπηρεσίες της ήταν περιττές.

Στο τρίτο έγγραφο που παρουσίασε ο Λούρος, ο Γερμανός γιατρός Φίσερ προτρέπει συνάδελφό του στην Αθήνα να παράσχει στους βασιλείς κάποιες οδηγίες ώστε να γίνει εφικτή η πραγματοποίηση της συνουσίας. Στο τέταρτο έγγραφο συστήνεται η εφαρμογή διασταλτικών σπόγγων τέσσερις φορές την εβδομάδα, κάτι στο οποίο επέμενε ο Φίσερ και σε επόμενα έγγραφα. Οι γιατροί της Αθήνας είχαν αμφιβολίες για τη θεραπεία με τους σπόγγους. Συνέστησαν το φάρμακο «ύδωρ δαφνοκέρασου» που χορηγούσαν για νόσους των γεννητικών και ουροποιητικών οργάνων.

Φυσικά, δεν ήταν δυνατό να μιλήσει κάποιος για την πάθηση της Αμαλίας, για οποιαδήποτε δυσπλασία, την εποχή που οι άνθρωποι πίστευαν ότι ένα άτομο ή θα είναι απόλυτα φυσιολογικά πλασμένο, δηλαδή υγιές, ή θα έχει ένα παθολογικό στίγμα, κάποια εκ γενετής φυσική ατέλεια η οποία θεωρείτο τότε απότοκο υπερφυσικών δυνάμεων, με αποτέλεσμα όλες οι περιπτώσεις να περιγράφονται ως τέρατα. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1861 ο καθηγητής χειρουργικής Θεόδωρος Αρεταίος σε μια δημοσίευση σχετική με τις συγγενείς διαμαρτίες έδωσε τον τίτλο «Τερατολογία».

Η διαπίστωση οποιασδήποτε δυσπλασίας ήταν εντελώς απαγορευτική ως διαγνωστική σκέψη αλλά και ως κοινωνική συμπεριφορά. Η βασίλισσα δεν ήταν δυνατόν να διαγνωστεί ως «τέρας», ως «κακό σημάδι», απότοκο αμαρτιών γονέων ή προϊόν διαβολικής ενέργειας. Καθώς ήταν ήδη στιγματισμένη από την ατεκνία, ο λαός θα τη θεωρούσε πλάσμα σχεδόν διαβολικό, καταραμένο, ένα πρόσωπο που επ’ ουδενί δεν έπρεπε να συνδέσει τη μοίρα του με τη μοίρα της χώρας στην οποία βασίλευε, μια χώρα που έκανε τα πρώτα της βήματα και δεν χρειαζόταν σκοτεινά σημάδια.

Το 1841, σύμφωνα με τα δέκα έγγραφα που βρήκε στα αρχεία του παλατιού, μετέφρασε και δημοσίευσε ο Νικόλαος Λούρος το 1953, υπάρχει πόρισμα γυναικολογικής εξέτασης σύμφωνα με το οποίο η Αμαλία είναι υγιής αλλά παρατηρήθηκαν «ιδιορρυθμίες όπως μεγάλη κυρτότητα της οσφυικής χώρας και ως εκ τούτου ισχυρά κλίσις της πυέλου και ανάλογος κατεύθυνση της μήτρας. Ασυνήθης τρυφερότης και ερεθισιμότης των εξωτερικών οργάνων. Πολύ στενή και εξαιρετικώς ευαίσθητη είσοδος του κόλπου».

Η Αμαλία υποβαλλόταν για δώδεκα χρόνια σε διάφορες θεραπείες με σχεδόν βασανιστικές μεθόδους, τις οποίες αποδεχόταν στωικά στην αρχή και αργότερα με δυσφορία και απελπισία. Με την περίπτωσή της να αντιμετωπίζεται ως σοβαρό ιατρικό πρόβλημα, μπαίνει σε εφαρμογή η θεραπεία με σπόγγους, ευρύτατα διαδεδομένη τον 19ο αιώνα. Η χρήση της θεραπείας είναι πανάρχαιη και στην ιατρική ορολογία οι σπόγγοι αναφέρονται ως: κερωμένοι σπόγγοι, παρασκευασμένοι σπόγγοι, συμπιεσμένοι σπόγγοι.

Πάντως οι περισσότεροι διάσημοι γιατροί της εποχής συμφωνούν ότι κατά τον δέκατο ένατο αιώνα η ιδιότητα των παρασκευασμένων σπόγγων να προκαλούν διαστολή του τραχήλου της μήτρας χρησιμοποιήθηκε σε μεγάλη έκταση και ως πρόσφορη μέθοδος για την εκτέλεση εγκληματικών εκτρώσεων. Η θεραπεία είχε ως εξής: βρεγμένα σφουγγάρια εισάγονταν στον κόλπο επί έξι εβδομάδες. Το σφουγγάρι έπρεπε να παραμείνει στη θέση του για 24 ώρες, μέχρι την αντικατάστασή του την επόμενη ημέρα.  

Με την υποστήριξη της μητέρας του Όθωνα και του αδελφού του Μαξιμιλιανού, ο Φίσερ έπεισε όχι μόνο την Αμαλία αλλά και τους Έλληνες συναδέλφους του να συμφωνήσουν με τη θεραπεία, επικαλούμενος την επιτυχία της μεθόδου αυτής σε τρία προηγουμένως άτεκνα ζευγάρια που πέτυχαν σύλληψη.

Η τεχνική αποτύγχανε, αλλά ο Φίσερ επέμενε να συνεχίσει τη θεραπεία με τους σπόγγους μέχρι το τέλος των υποτιθέμενων γόνιμων χρόνων της βασίλισσας. Ο Λούρος δεν κατάφερε να ανακαλύψει καμία δημοσιευμένη πληροφορία σχετικά με τα αποτελέσματα της θεραπείας, ακόμη και με τη βοήθεια Βαυαρών συναδέλφων του. Η περίφημη οδυνηρή θεραπεία με σπόγγους τελικά ήταν αναποτελεσματική.

Η συγγενής απλασία ή αγενεσία του κόλπου που επηρεάζει τόσο τη σεξουαλική δραστηριότητα της γυναίκας όσο και την ικανότητα για αναπαραγωγή είναι το σύνδρομο Mayer-Rokitansky-Küster-Hauser, όπως αναφέρουν οι Γ. Ανδρούτσος, Λ. Βλαδίμηρος και Α. Διαμαντής. Ωστόσο, οι εκθέσεις των Ελλήνων και Γερμανών μαιευτήρων που εξέτασαν την Αμαλία δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι η μήτρα και ο κόλπος υπήρχαν.

«Μοιάζει ειρωνικό ότι οι πρώτες μετά από νεκροτομία τεκμηριωμένες αναφορές στην ευρωπαϊκή ιατρική βιβλιογραφία δημοσιεύθηκαν σχεδόν την εποχή που η Αμαλία έπαψε να έχει ελπίδες για εγκυμοσύνη λόγω της ηλικίας της. Το 1854 η Αμαλία ήταν 36 ετών, ηλικία περίπου απαγορευτική τότε για εγκυμοσύνη», γράφουν.

Οι ίδιοι διαφωνούν με την άποψη ότι το άτυχο ζευγάρι ήταν θύμα των περιορισμένων ιατρικών γνώσεων και ότι αν ζούσαν έναν αιώνα αργότερα θα μπορούσαν να κάνουν παιδιά με τη βοήθεια της επιστήμης. Ούτε η σύγχρονη επιστήμη θα μπορούσε να τους βοηθήσει να κάνουν παιδιά, αλλά θα μπορούσε να βοηθήσει την Αμαλία να έχει μια φυσιολογική σεξουαλική ζωή.

#img#

Ο Γερμανός γιατρός που κατ’ εντολήν των αδελφών της πραγματοποίησε τη νεκροψία της Αμαλίας, η οποία πέθανε το 1875 σε ηλικία 57 ετών, διαπίστωσε πως ο παρθενικός υμένας ήταν άτρητος. Δεν ήταν άπειρος, ούτε αυλικός συνωμότης, είδε εικόνα συγγενούς έλλειψης του κόλπου, η οποία μοιάζει εκπληκτικά με την εικόνα άτρητου παρθενικού υμένα. Δεν βρέθηκε ποτέ επίσημη έκθεση αυτοψίας.

Ο ιστορικός Ανδρέας Σκανδάμης απέδωσε αργότερα το πόρισμα της αυτοψίας σε πολιτική συνωμοσία, εμπνευσμένη από τους αδελφούς της Αμαλίας, που αποσκοπούσε στην ανάδειξη της ανικανότητας του Όθωνα.

Ενώ υπομένει καθημερινά μαρτύρια με την ελπίδα να αποκτήσει τον πολυπόθητο διάδοχο, η Αμαλία αφήνει διαφορετικές εντυπώσεις σε όποιους τη συναντούν. Ο Δανός συγγραφέας Χανς Κρίστιαν Άντερσεν έγραψε: «Είναι νέα και όμορφη, ενώ το πρόσωπό της δείχνει ηρεμία και σύνεση». Ο Φλομπέρ γράφει: «Πρόσωπο δίχως χαρακτήρα και άχαρο».

«Η βασίλισσα ήταν κοντή, όμορφη, με θαυμάσιο παρουσιαστικό. Συμπεριφερόταν με πολλή ζωντά­νια που καταντούσε υπερβολική. Μιλούσε για ένα σωρό πράγματα κι επαινούσε διαρκώς την Ελλάδα, ας ήταν καλά ο Βορράς που πλήρωνε. Μου είπε ότι πολύ σύντομα θα νιώθαμε άνετα σ’ αυτή την τόσο όμορφη χώρα με το θαυμάσιο κλίμα…», γράφει η Χριστιάνα Λυτ, σύζυγος του προσωπικού ιερέα της Αμαλίας στο βιβλίο «Μια Δανέζα στην Αυλή του Όθωνα».

Το βασιλικό ζεύγος μετακόμισε στο νεόδμητο παλάτι του το 1843. Η Αμαλία με πάθος ασχολήθηκε με τη δημιουργία του βασιλικού κήπου –η οικογένειά της είχε παράδοση στην κατασκευή πάρκων–, του πιο γνωστού έργου της σήμερα. Ο κήπος των 155 στρεμμάτων ήταν ιδιωτικός, επιστημονικός και βοτανικός. Φυτεύτηκαν εκεί πάνω από 15.000 καλλωπιστικά φυτά και το 1842 φύτεψε η ίδια τις ουασινγκτόνιες που υπάρχουν μέχρι σήμερα στην είσοδό του.

«Με τον καιρό θα φέρω φοίνικες από την Αίγυπτο. Ο Όθων αστειεύτηκε πως είναι υπερβολικά κοντινό και εύκολο το να φέρω φοίνικες από την Αίγυπτο και μήπως θα προτιμούσα να ψάξω στα Ιμαλάια. Με αυτόν τον τρόπο με κοροϊδεύουν. Οι φοίνικές μου όμως, που είναι υπέροχοι, θα με δικαιώσουν», γράφει στον πατέρα της.

Περισσότερα επεισόδια

«Γυναίκα με το τατουάζ»: Ο Τουλούζ-Λοτρέκ και η τάση της δερματοστιξίας

Ο πίνακας του σπουδαίου Γάλλου ζωγράφου που βγήκε στο φως μετά από έναν αιώνα δείχνει μια τάση που αναπτυσσόταν στην ευρωπαϊκή κοινωνία στα τέλη του 19ου αιώνα, αυτήν της δερματοστιξίας.

«Θάνατος στη Βενετία»: Το έργο του Τόμας Μαν που αγαπήθηκε όσο κανένα

Ο Γιάννης Κωνσταντινίδης γράφει έναν σύντροφο ανάγνωσης για μία από τις δημοφιλέστερες νουβέλες που γράφτηκαν ποτέ στη γερμανική γλώσσα, και της οποίας η ερασιθάνατη λάμψη παραμένει ανεξίτηλη.