Ραψωδία χ
Ο Οδυσσέας πετά τα κουρέλια που φορά και στέκεται αγέρωχος, με το τόξο και τη φαρέτρα, στη μοναδική θύρα του παλατιού που είναι ανοιχτή. Κανείς πλέον δεν μπορεί να βγει από την αίθουσα του θρόνου. Βροντοφωνάζει ότι είναι ο Οδυσσέας, και όχι ένας γέρος, κουρελής ζητιάνος, και ότι όλα έχουν τελειώσει πια, για τους άθλιους Μνηστήρες που και αυτή την ώρα γλεντοκοπούν. Τους λέει ότι τέλειωσε ο αγώνας όπου ο στόχος ήταν δώδεκα τρύπες και αρχίζει ένας άλλος αγώνας όπου ο στόχος είναι αυτοί οι ίδιοι, οι Μνηστήρες. Σημαδεύει και σκοτώνει τον Αντίνοο, τον πρώτο των Μνηστήρων. Ο Ευρύμαχος, ο δεύτερος γνωστός Μνηστήρας, προτείνει να πληρώσουν πρόστιμα και αποζημιώσεις για όλα όσα κατασπατάλησαν από την περιουσία του Οδυσσέα. O Οδυσσέας αρνείται και οι Μνηστήρες αποφασίζουν ν’ αντισταθούν με τα μαχαίρια τους, αφού δεν υπάρχουν πια όπλα στην αίθουσα για να οπλιστούν. Ο Οδυσσέας τοξεύει κατάστηθα και σκοτώνει και τον Ευρύμαχο ενώ ο Τηλέμαχος σκοτώνει τον Αμφίνομο. Όσο είχε βέλη η φαρέτρα του Οδυσσέα σκότωνε Μνηστήρες και έπειτα πήραν ακόντια, κράνη και ασπίδες οι τέσσερις σύμμαχοι: Οδυσσέας, Τηλέμαχος, Εύμαιος και Φιλοίτιος. Αλλά και οι Μνηστήρες οπλίζονται, με τη βοήθεια ενός άλλου βοσκού του Οδυσσέα, του Μελάνθιου. Αρχίζει η φονική σύγκρουση και τελικά, με τη βοήθεια της Αθηνάς, οι Μνηστήρες σκοτώνονται όλοι. Με φρικτό θάνατο τιμωρούνται επίσης οι δώδεκα υπηρέτριες που είχαν σχέσεις με τους Μνηστήρες και ο βοσκός Μελάνθιος που μαρτύρησε την κρύπτη των όπλων στους Μνηστήρες. Ο αοιδός Φήμιος και ο κήρυκας Μέδων απαλλάσσονται από κάθε κατηγορία και τους χαρίζεται η ζωή. Έπειτα ο Οδυσσέας έκανε καθαρμό με θειάφι για τα φοβερά φονικά που έγιναν εντός και εκτός παλατιού.