«Μαντάμα Μπατερφλάι»: Τι έχει επιτύχει η μεταφορά της σπουδαίας όπερας του Πουτσίνι από τον Ολιβιέ Πι;
Ποιοι είναι οι λόγοι που η όπερα «Μαντάμα Μπατερφλάι» παραμένει τόσο δημοφιλής έναν αιώνα και περισσότερο αφότου γράφτηκε; Τι το κανούριο έρχεται να προτείνει η μεταφορά του έργου από τον Γάλλο σκηνοθέτη Ολιβιέ Πι; Σε ποιο βαθμό λειτουργούν οι αναφορές στην αμερικανική πολιτιστική κυριαρχία επί της ιαπωνικής παράδοσης;
Η «Μαντάμα Μπαττερφλάι», η «γιαπωνέζικη τραγωδία» του Τζάκομο Πουτσίνι, από τις διασημότερες όπερες του παγκόσμιου ρεπερτορίου, χαρακτηρίζεται από υπέροχες άριές, πρόδηλα μελωδική μουσική και δραματική θεατρικότητά. Η υπόθεση της όπερας αφορά τον μοιραίο έρωτα της δεκαπεντάχρονης γκέισας Τσο-Τσο-Σαν για τον Πίνκερτον, υποπλοίαρχο του Ναυτικού των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Ύστερα από τρία χρόνια απουσίας, ο αξιωματικός επιστρέφει με την Αμερικανίδα σύζυγό του στην Ιαπωνία, όπου μαθαίνει ότι έχει αποκτήσει γιο από την Μπαττερφλάι. Εκείνη δέχεται να παραδώσει το παιδί μονάχα στον ίδιο τον Πίνκερτον και στη συνέχεια αυτοκτονεί.
Στην παράσταση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Ηρώδειο, η οποία άνοιξε και το Φεστιβάλ Αθηνών – Επιδαύρου 2023, τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Ολιβιέ Πυ, τη μουσική διεύθυνση ο Βασίλης Χριστόπουλος, σκηνικά, κοστούμια ο Πιερ-Αντρέ Βάιτς, φωτισμούς ο Μπερτράν Κιγύ, χορογραφία -κινησιολογία ο Ντανιέλ Ιζό, και τη διεύθυνση της χορωδίας ο Αγαθάγγελος Γεωργακάτος. Τους κεντρικούς ρόλους ερμηνεύουν οι Άννα Σον ( Τσο-Τσο-Σαν), η Αλίσα Κολόσοβα (Σουτζούκι), ο Αντρέα Καρέ (Πίνκερτον), ο Διονύσης Σούρμπης (Σάρπλες) και ο Γιάννης Καλυβάς (Γκόρο).