Η Σοφία Φιλιππίδου διαβάζει την «Εποχή Αντιπάθειας» της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ
Η αντιπάθεια απλώνεται σαν πανώλη
αντίπαλος είναι του πάθους
εχθρός της συμπόνιας.
Τα ζώα που με ημέρευαν
-όλα τ' αγαπούσα-
σέρνονται τώρα σαν φίδια
στέκονται σαν αρπαχτικά
με γουρλωμένα μάτια
και μήνυμα μου στέλνουν
πως ό,τι ζει δεν είναι πάντα για καλό
κι ό,τι πεθαίνει
δεν είναι πάντα απελπισία.
Οι άντρες
με τα προκλητικά παντελόνια
υφάσματα τεντωμένα με φαντασία
ελαφρά αξύριστοι
με την έξυπνη ματιά
που μεταμορφωνόταν σε κτηνώδη
και χυνόταν πηχτή
στα λευκά σεντόνια
βουλιάζουν
στα μουχλιασμένα νερά της μνήμης
κι ούτε λίγη συμπάθεια
δεν αφήνουν πίσω τους
λίγο δέος για τα κατορθώματά τους.
Και οι γυναίκες, οι φιλενάδες,
που μαζί πλέκαμε τον ιστό της ζωής
γελάγαμε με κάθε στραβο-βελονιά
κι άνθιζαν τα απόρρητα μυστικά
στα λαμπερά χείλη μας
εμείς, που στα σπλάχνα μας
νιώθαμε την παρουσία μας στη γη
σημαντική
ακόμη κι αν μόλις είχε βροντήξει
πίσω του την πόρτα «εκείνος»,
έγιναν κουραστικές κυρίες
με εμμονές, μανίες νοικοκυροσύνης
ή απελπισμένες κινήσεις
για να προλάβουν το τελευταίο τρένο
της διασημότητας.
Αλλά τη φοβερότερη αντιπάθεια
τη νιώθεις για κείνον
που τα νιώθει όλ' αυτά
λες κι ήταν αυτός κάποιο ανώτερο ον
λες κι είχε φτερά
και πετούσε πάνω από νεκρούς
φιλοδοξίες και απορρίμματα
λες κι ήταν
ο δικός σου εαυτός
λιγότερο άχρηστος και αντιπαθητικός.