Ραψωδία μ
Σειρήνες, Σκύλλα, Χάρυβδη, Ιερά ζώα Ἡλίου. Επιστρέφοντας από τον Κάτω Κόσμο ο Οδυσσέας σταματά στο νησί της Κίρκης, για να θάψει τον Ελπήνορα, όπως είχε υποσχεθεί στην ψυχή του, που πρώτη- πρώτη συνάντησε στον Άδη. Εμφανίζεται η θεά μάγισσα Κίρκη που του δίνει συμβουλές για ν’ αντιμετωπίσει τα εμπόδια που θα βρει στον δρόμο του. Επίσης του προσφέρει τροφές, κρασί και όλα τα απαραίτητα για ένα μακρινό ταξίδι. Το πλοίο περνά από το νησί των Σειρήνων και ακολουθώντας τις οδηγίες της Κίρκης, ο Οδυσσέας βουλώνει με κερί τ’ αυτιά των συντρόφων. Αυτοί με τη σειρά τους, τον δένουν σφιχτά στο κατάρτι, ώστε να μπορεί να ακούει το μαυλιστικό τραγούδι τους χωρίς να υποστεί το τραγικό τέλος όσων πλησίασαν τις πλανεύτρες Σειρήνες. Ύστερα πέρασαν από το στενό της Σκύλλας και της Χάρυβδης, όπου τα έξι κεφάλια της Σκύλλας, άρπαξαν έξι συντρόφους του Οδυσσέα. Τέλος έφτασαν στο νησί του Ήλιου. Ο Οδυσσέας επανέλαβε στους συντρόφους την προειδοποίηση του Τειρεσία και της Κίρκης να μην πειράξουν τα ιερά ζώα του Ήλιου που φροντίζουν δύο Νύμφες, κόρες του Ήλιου. Δεν μπορούν να φύγουν από το νησί για ένα ολόκληρο μήνα, γιατί οι άνεμοι ήταν πολύ ισχυροί και ενάντιοι. Οι προμήθειες τελείωσαν και οι άντρες άρχισαν να πεινούν. Τελικά έσφαξαν κι έφαγαν μερικές ιερές αγελάδες, την ώρα που ο Οδυσσέας κοιμόταν. Ο Ήλιος παραπονέθηκε στον Δία απειλώντας ότι θα πάψει να φωτίζει τους ζωντανούς και θα κατέβει στον Άδη να φωτίζει τον σκοτεινό κάτω κόσμο και τις ψυχές των πεθαμένων. Ο Δίας, όταν έφυγαν από το νησί, σήκωσε θύελλα τρομερή και χτύπησε με κεραυνό το πλοίο και το διέλυσε. Όλοι οι σύντροφοι του Οδυσσέα σκοτώθηκαν ή πνίγηκαν και ο Οδυσσέας πάνω σε δύο ξύλα που έδεσε όπως όπως, αφού πέρασε τη Χάρυβδη, έφτασε ύστερα από εννιά μέρες, εξαντλημένος, στην Ωγυγία, στο νησί της θεάς Καλυψώς.